Η Αρχιτεκτονική την περιόδο της Αντιμεταρρύθμισης – Architecture and Counter-Reformation

Η αρχιτεκτονική της περιόδου αυτής ήταν αυτή που προσδιόρισε αρχικά την πορεία των άλλων τεχνών όπως της ζωγραφικής και της γλυπτικής δεδομένου ότι τα κυρίαρχα κτίσματα ήταν ανεγέρσεις ή ανακαινίσεις ναών, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν ως μέσω προβολής του μεγαλείου της Καθολικής Εκκλησίας.

Τα στοιχεία που χαρακτήριζαν την αρχιτεκτονική του «Baroque» ήταν η πλούσια διακόσμηση, οι επιβλητικοί όγκοι και η χρησιμοποίηση κοίλων επιφανειών και ελίκων. Παρότι χρησιμοποιήθηκαν κλασσικά στοιχεία όπως κίονες και επιστύλια η σύνθεση στο σύνολό της χαρακτηριζόταν από πολυπλοκότητα και δυναμικότητα η οποία προσέδιδε στο οικοδόμημα μια μεγαλοπρέπεια που προκαλούσε το συναίσθημα. Συνήθη πρακτική αποτελούσε η κατασκευή πολλών κιόνων, η αποφυγή επανάληψης του σχεδίου, η χρησιμοποίηση καμπύλων και σπειρών και γενικότερα δινόταν η αίσθηση της κίνησης. Πέραν όμως από τις περίτεχνες εξωτερικές προσόψεις ο νέος ρυθμός απαιτούσε επίσης πληθωρικότητα στο εσωτερικό, οπού κυριάρχησαν οι πλούσιοι διάκοσμοι, η εκμετάλλευση των χώρων και οι εναλλαγές στις σχέσεις φωτός και χρώματος. Παρόλη όμως την πολυπλοκότητα του σχέδιού, το όλο οικοδόμημα αποκτούσε συνοχή και ενότητα.

Οι ναοί της εποχής σχεδιάζονταν πλέον σε σχήμα σταυρού, διέθεταν επιβλητικό θόλο, μεγάλο κεντρικό κλίτος για το εκκλησίασμα, καθώς και πλευρικά παρεκκλήσια. Αυτά τα στοιχεία σε συνδυασμό με την πλούσια διακόσμηση αποτελέσαν το αντίλογο εκ μέρους της Καθολικής Εκκλησίας στη Μεταρρύθμιση του Martin Luther (1483 – 1546)  αφού προσέδιδαν δραματικότητα και θεατρικότητα στο χώρο στοχεύοντας στις αισθήσεις του πιστού.  Πέραν από τις εκκλησίες ο ρυθμός «Baroque» ήταν εμφανής και σε άλλα κτίσματα όπως ανάκτορα και επαύλεις που προπαγάνδιζαν την κοσμική εξουσία του εκάστοτε ηγεμόνα – ευγενή και θέατρα. Επίσης το ρυθμό αυτό ακολούθησαν γλυπτά που διακοσμούσαν την Αγία Τράπεζα και σιντριβάνια σε πλατείες.

Σημαντικές προσωπικότητες αρχιτεκτόνων που μεγαλούργησαν με έργα σε ρυθμό «Baroque» ήταν οι Ιταλοί Giacomo della Porta (1541 – 1602), ο οποίος εγκαινίασε ουσιαστικά το ρυθμό με την κατασκευή της πρωτότυπης εκκλησίας του Ιησού (Il Gesù, 1575-7), ο Carlo Maderno (1556 – 1629) ο οποίος διαμόρφωσε την τελική πρόσοψη του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό (St Peter’s, 1612), ο  Gian Lorenzo Bernini (1598 – 1680) στον οποίο οφείλεται η διαμόρφωση της αυλής του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, καθώς και ένα γλυπτό για Αγία Τράπεζα με θέμα «Η έκταση της Αγία Θηρεσίας» (Ecstasy of Saint Teresa, 1654-52) και ο Francesco Borromini (1599 – 1667) του οποίου σχέδια αποτελούν εντυπωσιακές εκκλησίες όπως «Η Αγία Αγνή» στην Πιάτσα Ναβόνε στη Ρώμη (Sant’Agnese in Piazza Navona, 1653).  Αρχιτεκτονήματα σε ρυθμό «Baroque» εκτός της Ιταλικής χερσονήσου συναντώνται σε όλη την Καθολική Ευρώπη όπως το επιβλητικό Ανάκτορο των Βερσαλλιών (Château de Versailles, 1655-82) του Louis Le Vau (1612 -1670) που συνδύασε και κλασικιστικά στοιχεία και το ανάκτορο Upper Belvedere στη Βιέννη (1720-4) του Johann Lukas von Hildebrandt (1668 – 1745).

San Carlo alle Quattro Fontane, Rome, Strada Pia and Strada Felice

Ο Francesco Castelli, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Francesco Borromini, γεννήθηκε σε ένα χωριό κοντά στη λίμνη Λουγκάνο και βρέθηκε στη Ρώμη περί το 1619, εποχή κατά την οποία κυριαρχούσε η αρχιτεκτονική «Baroque». Μαθήτευσε στον Maderno και υπό την καθοδήγηση του απασχολήθηκε στα έργα που είχε αναλάβει ο μεγάλος αυτός αρχιτέκτονας, ενώ συνεργάστηκε και με τον Bernini. Η πρώτη του ανεξάρτητη παραγγελία ήταν από το Τάγμα «Spanish Secular Trinitarians» το 1634 για να σχεδιάσει το μοναστήρι San Carlo alle Quattro Fontane.

Το μοναστήρι αποτελείτο από μια σειρά κτισμάτων, όπως η τραπεζαρία, ο διάδρομος και η εκκλησία τα οποία ολοκληρώθηκαν μεταξύ του 1635 και 1641, ενώ η τελική μορφή της προσόψεως της εκκλησίας χρονολογείται το έτος 1667. Στην πρόσοψη είναι εμφανή τα στοιχεία του ρυθμού «Baroque» με τους πολλαπλούς κίονες, τις εναλλαγές κοίλων και κυρτών καμπύλων ενώ το σύνολο είναι περίτεχνο. Η πρόσοψη χωρίζεται σε δυο οριζόντια τμήματα με τριμερή διάρθρωση. Στο κατώτερο υπάρχει η κεντρική είσοδος με απεικόνιση του Αγίου (S. Charles Borromeo) στο κέντρο ενώ το ανώτερο καταλήγει σε ένα μενταγιόν που συγκρατείται από αγγέλους.

Η δυναμική σύνθεση της προσόψεως συνδέεται με το εσωτερικό της εκκλησίας στο οποίο επίσης επικρατούν οι εναλλαγές κυρτών και κοίλων επιφανειών. Σε αυτό το έργο φαίνεται η ιδιοφυΐα και η καινοτομία του Αρχιτέκτονα, που με την εφαρμογή γεωμετρικών υπολογισμών κατάφερε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο το μικρό χώρο που είχε διαθέσιμο για τον σχεδιασμό της εκκλησίας. Το εσωτερικό της έχει ένα ασυνήθιστο ελλειπτικό σχέδιο στο οποίο συνδυάζονται τρία γεωμετρικά σχήματα ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο, ένας σταυρός και ένα οβάλ. Επιπλέον, ο χώρος αυτός χωρίζεται στα δύο από γύψινο γείσο και στο πάνω μέρος του έχει σχεδιασθεί ένας επιβλητικός ελλειψοειδές θόλος. Στο κάτω μέρος του εσωτερικού του ναού κυριαρχεί το λευκό, ενώ το παιχνίδισμα του φωτός που προέρχεται από τα γεωμετρικά σχήματα του θόλου και τα κρυφά περιμετρικά παράθυρα, δίνουν την αίσθηση μεγαλύτερου ύψους στο οικοδόμημα.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία:

Gombrich E.H., Το Χρονικό της Τέχνης, Αθήνα, ΜΙΕΤ, 1998.

Wiesner-Hanks Merry E., Πρώιμη Νεότερη Ευρώπη, 1450-1789, μετάφρ. Ελένη Καλογιάννη, Αθήνα, Εκδόσεις Ξιφαρά, 2008.

Πολλά στοιχεία αναφορικά με την τοιχογραφία το συγκρότημα του μοναστηριού  «San Carlo alle Quattro Fontane»  αντλήθηκαν από την ακόλουθη ιστοσελίδα και βιβλίο τα οποία αναζητήθηκαν διαδικτυακά:

1. http://www.edatlas.it/scarica/HTML_Arte_inglese_VOL4/assets/pdf/3borromini.pdf, καθώς και

2.Antony Bunt, “Borromini”, The Belknap Press of Harvard University Press Cambridge Massachusetts, London, England, 1979, Chapter I, II.

This entry was posted in Τέχνη and tagged , , , , . Bookmark the permalink.