Νάτριο το [nátrio] (χωρίς πληθ.) : χημικό στοιχείο, μέταλλο μαλακό και αργυρόλευκο που οξειδώνεται εύκολα: Aνθρακικό ~, σόδα. Bορικό ~, ο βόρακας. Xλωριούχο ~, το αλάτι. Λάμπα νατρίου, που λειτουργεί με ατμούς νατρίου και δίνει κιτρινωπό φως. [λόγ. < παλ. γαλλ. natr(ium) `σόδα΄ -ιον με σφαλερή ταύτιση προς το γαλλ. natron, natrum < αραβ. natrūm].
Sodium [soh-dee-uh m] : a soft, silver-white, metallic element that oxidizes rapidly in moist air, occurring in nature only in the combined state, a necessary element in the body for the maintenance of normal fluid balance and other physiological functions[ New Latin, from soda + -ium, 1675–85; < French < Sp < Arabic naṭrūn, variant of niṭrūn < Greek nítron, probably ultimately < Egyptian ntry; compare Hebrew nether, Hittite nitri]
Παρότι το στοιχείο Νάτριο (sodium) χρησιμοποιείτο από την αρχαιότητα μέχρι το 18ο αιώνα δε διαχωριζόταν από το στοιχείο Κάλιο. Αυτό οφείλεται στο ότι τόσο η φυσική στάχτη γνωστή και ως «vegetable alkali» (K2CO3) όσο και η ουσία που ονομαζόταν «mineral alkali ή soda ash» (Na2CO3) δεν θεωρούνταν από χημικής άποψης διαφορετικές αλλά μόνο αναφορικά με την πρωτογενή πηγή παραγωγής τους. Της μίας ήταν τα φυτά και της άλλης τα πετρώματα. Μολαταύτα δεν είχε γίνει αντιληπτό ότι επρόκειτο για δύο διαφορετικές χημικές ενώσεις.
Ο πρώτος που αντιλήφθηκε τη διαφορετικότητα των δύο ενώσεων ήταν ο γερμανός χημικός Andreas Sigismund Marggraf (1709-1782) ο οποίος διαπίστωσε ότι κατά την καύση τους αυτές παρήγαν διαφορετικό χρώμα. Η ανακάλυψη του στοιχείου προήλθε από πειράματα του Άγγλου χημικού Sir Humphry Davy (1778 – 1827) μέσω ηλεκτρόλυσης αμέσως μετά την ανακάλυψη του στοιχείου «Κάλιο».
Ο Davy είχε αντιληφθεί ότι οι χημικοί δεσμοί που συγκροτούσαν τις χημικές ενώσεις ήταν ηλεκτρικής φύσεως και ότι εφαρμόζοντας σε αυτούς ηλεκτρισμό θα μπορούσε να τους διασπάσει και να ανακτήσει τα χημικά στοιχεία από τα οποία αποτελούνταν. Το πείραμα που εκτέλεσε ήταν να εφαρμόσει ηλεκτρική τάση σε ξηρό καυστικό νάτριο «NaOH» το οποίο είχε λίγο υγρανθεί από την ατμόσφαιρα του εργαστηρίου. Διαπίστωσε το σχηματισμό υγρών σταγονιδίων στην κάθοδο όπου, όταν αυτά ψύχονταν, στερεοποιούνταν και αποκτούσαν λαμπερή μορφή όπως το ασήμι. Επιπλέον παρατήρησε ότι αυτά αντιδρούσαν βίαια με το νερό και επιπρόσθετα διερωτάτο εάν έπρεπε να κατηγοριοποιηθεί στα μέταλλα. Τελικά ονόμασε το νέο μέταλλο «sodium» διότι για την παρασκευή του χρησιμοποίησε ως πρώτη ύλη «soda».
Η ένωση αυτή του Νατρίου δηλαδή το ανθρακικό νάτριο (Na2CO3) είναι η πιο διαδεδομένη στη Γη και για το λόγο αυτό το γυαλί ήταν από τις πρώτες χημικές ενώσεις που είχε παράξει ο ανθρώπινος πολιτισμός. Το γυαλί παραγόταν θερμαίνοντας το ανθρακικό νάτριο με οξείδιο του ασβεστίου (CaO, άνυδρος ασβέστης). Όταν η χημική αυτή ένωση ψυχόταν παραγόταν ένα σκληρό καθαρό και διαφανές υλικό. Πρώτοι που παρήγαν σε μεγάλη έκταση γυαλί ήταν οι Αιγύπτιοι περίπου το 1370 π.Χ. Οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν την λέξη «Natron» για την ένυδρη χημική ένωση του ανθρακικού Νατρίου (Na2CO3•10H2O, ένα είδος soda ash) το οποίο εξόρισαν από την ομώνυμη κοιλάδα (Wadi El Natrun) και το οποίο χρησιμοποιούσαν κατά κύριο λόγο στη μουμιοποίηση. Κατόπιν η λέξη μετασχηματίζεται από τους Ρωμαίους σε «Natrium» και χρησιμοποιείται για το ίδιο προϊόν.
Από την άλλη η λέξη «Soda» έχει διάφορες ερμηνείες. Μία ερμηνεία ήταν ότι προέρχεται από την αραβική «suwwad», η οποία αναφέρεται σε φυτά που φύονται σε αλκαλικά εδάφη και τα οποία κατά το Μεσαίωνα αποτελούσαν αντικείμενο εμπορίου από τη βόρεια Αφρική στη Σικελία. Επίσης μία άλλη ερμηνεία της λέξης «Soda» είναι ότι προέρχεται από την επίσης αραβική λέξη «suda» η οποία κατά την Ρωμαϊκή εποχή έλαβε τη μορφή «sodanum» και σχετιζόταν με τη θεραπεία για τον πονοκέφαλο. Με διάφορες παραλλαγές η λέξη «Soda» καθιερώθηκε στην Ευρώπη το 18ο αιώνα ως η ονομασία του ανθρακικού νατρίου.
Η ονομασία «Natrium» όπως και το χημικό σύμβολο «Na» του στοιχείου προέρχεται από τη γερμανική λέξη «natronium» την οποία χρησιμοποίησε αρχικά ο γερμανός χημικός Ludwig Wilhelm Gilbert (1769-1824), δεδομένου ότι στα Γερμανικά η καυστική σόδα αποδιδόταν με τη λέξη «natronlauge». Την ονοματοδοσία του στοιχείου τελικά έδωσε ο Jöns Jacob Berzelius το 1813 ο οποίος αποδέχτηκε τη σύντμηση της λέξης «natronium» σε «Natrium». Επιπλέον αναφέρεται ότι ο γερμανός χημικός Martin Heinrich Klaproth (1743-1817) είχε προτείνει στη Γερμανική Ακαδημία στο Βερολίνο ήδη από το 1797 την απόδοση της λέξης «soda» ως «natron».
Ενδεικτική Βιβλιογραφία – Ιστοσελίδες:
http://www.greek-language.gr/
http://dictionary.reference.com/browse/sodium?s=ts
http://www.webelements.com/sodium/history.html
http://www.chemistryexplained.com/elements/P-T/Sodium.html
https://en.wikipedia.org/wiki/Natron
http://www.etymonline.com/index.php?term=soda
https://en.wikipedia.org/wiki/Sodium#History
http://www.chemicool.com/elements/sodium.html
http://www.vanderkrogt.net/elements/element.php?sym=Na
https://commodity.com/precious-metals/resources/periodic-table/