Την περίοδο του πρώιμου Μεσαίωνα δημιουργήθηκαν «βαρβαρικά» βασίλεια, με σημαντικότερο εκείνο των Σάλιων Φράγκων. Ο ηγεμόνας της φυλής εθεωρείτο ίσος μεταξύ ίσων, για την λήψη αποφάσεων συγκαλούσε γενική συνέλευση και λάμβανε συμβουλές από τους προύχοντες της. Η εξουσία του ήταν ανάλογη των πολεμικών επιτυχιών του και η κοινωνική του θέση κληροδοτούνταν στους απογόνους του.
Την εποχή των μετακινήσεων, λόγω της έλλειψης ασφάλειας ο πληθυσμός εγκαταλείπει τις πόλεις και μεταβαίνει στην ύπαιθρο επιζητώντας προστασία την οποία βρίσκει στους μεγάλους γαιοκτήμονες. Η περίοδος αυτή είναι η πρώιμη εποχή της φεουδαρχίας όπου αναπτύσσονται φεουδαρχικοί δεσμοί μεταξύ γαιοκτημόνων και υποτελών με βάση το φέουδο.
Όταν αρχίζουν οι κοινότητες να αποκτούν μόνιμο τόπο εγκατάστασης, ο τρόπος διακυβέρνησης αλλάζει και προσδιορίζεται από τη χωροδεσποτεία. Κανένας βασιλέας όμως δεν διαθέτει θεσμικό πλαίσιο ώστε να μπορεί να εξουσιάσει μεγάλες εδαφικές περιοχές, και ως εκ τούτου μεταβιβάζει εξουσίες του και δωρίζει γαιοκτησίες σε τοπικούς άρχοντες με αντάλλαγμα την τήρηση της τάξης και την υποταγή σε αυτόν. Ο βασιλέας θεωρεί υποτελείς του τους τοπικούς άρχοντες οι οποίοι δίνουν σε αυτόν όρκο πίστης και κυβερνά με πόρους που προέρχονται από τα προσωπικά του έσοδα και τα πολεμικά λάφυρα. Το βασίλειο θεωρείται από τους βασιλείς ιδιοκτησία τους, όπως ακριβώς οι γαίες τους, και το μοιράζουν ανάμεσα στους κληρονόμους τους.
Ο τρόπος διακυβέρνησης του ηγεμόνα αλλάζει την εποχή του Καρλομάγνου (771-814 μ.Χ.), του σημαντικότερου Καρολίδη βασιλιά, ο οποίος καθιέρωσε πρότυπα διακυβέρνησης που θα κυριαρχούσαν στην Ευρώπη για αιώνες. Την περίοδο αυτή διαμορφώνεται ένας μηχανισμός διακυβέρνησης από έναν ισχυρό βασιλιά και την αυλή του. Για να κυβερνήσει βασίζεται στην αριστοκρατία, της οποίας η δύναμη προέρχεται από τη γη και τα αξιώματα. Η μορφή του δεσμού μεταξύ του βασιλιά και των αριστοκρατών ήταν φεουδαρχική και συνδέει τη διακυβέρνηση με τη στρατιωτική υπηρεσία και τη γαιοκτησία. Ο Καρλομάγνος είναι ο πρώτος που εκδίδει διατάγματα (capitularia). Το σύστημα διακυβέρνησης όμως παραμένει αποκεντρωμένο αφού η χωροδεσποτεία κυριαρχεί ως θεσμός. Ο τοπικός άρχοντας (κόμης) διορίζεται από τον ίδιο, ο οποίος του μεταβιβάζει τη διοικητική, φορολογική και δικαστική εξουσία. Για την υπεράσπιση των τοπικών του δικαιωμάτων διαθέτει απεσταλμένους (missi), οι οποίοι περιοδεύουν το βασίλειο και ελέγχουν τις δραστηριότητες του κόμη. Επιπλέον συγκαλεί ετήσια συμβούλια στα οποία συμμετέχουν οι πιο επιφανείς υπήκοοι του (Αυτοκρατορική Δίαιτα). Την εποχή του Καρλομάγνου οι φεουδαρχικές σχέσεις συνδέονται με τη στρατιωτική υπηρεσία προς τον βασιλιά και η γη καθιερώνεται ως μονάδα στρατιωτικής υπηρεσίας (mansus). Επιπρόσθετα, η θέση του κόμη γίνεται κληρονομική και η γη και το αξίωμα κληροδοτείται από τον πατέρα στον γιό.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
1. Jacques Le Goff, Ο πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1993.
2. David Nicholas, Η εξέλιξη του Μεσαιωνικού κόσμου, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 2009.